Ειδοποιώ (Φωτάω)
Είμαι (Γράζω)
Εκατοστάρικο (Λαμποτάρικο)
Εκκλησία (Λαμποσιάρα)
Έλαιον (Αλοιφή)
Ελεύθεροσ, πεταχτός (Ξόλτος)
Ελιά, ελιές (Μαυρομάτα / Μαυρομάτες)
Ελαφρόμυαλος, λειψός (Τσουρούκικος)
Εμπόδιο (Άντεμα)
Ενεργητικός, επιμελής (Μουκαέτης)
Ενδύματα , ρούχα (Λεβέργια / Σκουτιά)
Επιτέλους (Αγκουμπέτη)
Εννοώ, καταλαβαίνω (Βοζιώνω)
Εξόγκωμα (Ζούμπος)
Έπιπλα (Τζάρκαλα)
Επίσημος (Ντόμος)
Εργαλεία τέχνης, αποσκευές (Χαλάτια / Σέγια)
Ενοχλώ, ερεθίζω (Τζινάω)
Εργασία (Φωτερή)
Ερωτοτροπώ, κάνω έρωτα (Προυτσαλίζω (-λάω) / Προυτσάλισμα)
Εσώβρακο (Τσαντίλι)
Εφημερίδα (Φλετουρίνα)
'Εχω (Γράζω)
Ελάττωμα (Χούκι / Χούι)